πεταλοθήκη

πεταλοθήκη
η, Ν
δερμάτινη θήκη με πέταλα που κρεμιέται στη σέλα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πεταλοθήκη — η θήκη των πετάλων των ζώων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”